Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΝΑ ΠΑΡΑΔΩΣΕΙ ΣΤΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ


Παρακάτω παραθέτω την απόφαση 54/2007 της ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ η οποία παρενέβη στην διαφορά ανάμεσα σε πολίτη-ασφαλισμενο και στο Ταμείο του, το οποίο δεν του έδινε τα στοιχεία που ζητουσε, ανάμεσα στα οποία αναλογιστικές μελέτες κλπ.

            ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ


Ταχ. Δ/νση:        ΚΗΦΙΣΙΑΣ  1-3         
                          115 23  ΑΘΗΝΑ        

 


Αθήνα, 25-6-2007
ΑΠ: 4593


Α Π Ο Φ Α Σ Η    ΑΡ.    54 / 2007

 
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε μετά από πρόσκληση του Προέδρου της σε τακτική συνεδρίαση την 18-01-2007 στο κατάστημά της αποτελούμενη από τον Δ. Γουργουράκη, Πρόεδρο, και τους N. Φραγκάκη, Λ. Κοτσαλή, Φ. Δωρή, Α. Παπανεοφύτου, τακτικά μέλη, και τα αναπληρωματικά μέλη Α. Πράσσο και Γ. Πάντζιου σε αντικατάσταση των τακτικών μελών Σ. Σαρηβαλάση και Α. Πομπόρτση,  οι οποίοι αν και είχαν προσκληθεί νομίμως-εγγράφως δεν προσήλθαν λόγω κωλύματος. Παρούσες χωρίς δικαίωμα ψήφου ήσαν η Ε. Μαρτσούκου, υπάλληλος του τμήματος Ελεγκτών, ως εισηγήτρια, και η Γ. Παλαιολόγου, υπάλληλος του τμήματος Διοικητικού-Οικονομικού, ως γραμματέας.
            Ο προσφεύγων Χ, συνταξιούχος ιπτάμενος μηχανικός, με την υπ’ αρ. πρωτ. 2200/12-05-2005 προσφυγή του ενώπιον της Αρχής κατήγγειλε το υπό εκκαθάριση Ταμείο Παροχών Χειριστών και Ιπταμένων Μηχανικών Ολυμπιακής Αεροπορίας (γνωστό με την αγγλική του ονομασία FOAPE, εφεξής για λόγους συντομίας Ταμείο) ότι δεν ικανοποιεί το δικαίωμα πρόσβασης στα προσωπικά του δεδομένα όπως επιτάσσει το άρθρο 12 του ν. 2472/1997.
            Tην 01-04-2005 ο προσφεύγων ζήτησε με αίτησή του προς το Ταμείο του οποίου είναι πρώην μέλος και ασφαλισμένος να του χορηγηθούν αντίγραφα των ακόλουθων στοιχείων-εγγράφων:
1) Πλήρες αντίγραφο της αναλογιστικής μελέτης η οποία εκπονήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1997 από την αναλογιστική εταιρεία του Ταμείου Watson Wyatt στην οποία όπως ισχυρίζεται περιέχονται προσωπικά του δεδομένα σχετικά με το τωρινό και μελλοντικό ύψος της Ατομικής του Μερίδας
2) Πλήρες αντίγραφο της εκπονηθείσης αναλογιστικής μελέτης που έγινε το καλοκαίρι του 1998 εν όψει της τροποποίησης του καταστατικού του Ταμείου όπου πάλι κατά τους ισχυρισμούς του περιέχονται προσωπικά του δεδομένα σχετικά με την Ατομική του Μερίδα αλλά και με τον Πλήρη Ατομικό Λογαριασμό (ΠΑΛ) που είναι στην πράξη η παροχή στα μέλη ύστερα από την απώλεια του πτυχίου τους λόγω υγείας
3) Πλήρη αντίγραφα των αναλογιστικών μελετών για τα έτη 1999-2002
4) Πλήρες αντίγραφο της αναλογιστικής μελέτης για το έτος 2003 όπου κατά τους ισχυρισμούς του εμφαίνεται η αξία του ΠΑΛ, με βάση την οποία το Ταμείο όφειλε να υπολογίσει και να χορηγήσει σ’ αυτόν την προβλεπόμενη από το Καταστατικό του Ταμείου παροχή λόγω απώλειας πτυχίου.
5) Αντίγραφο του Ατομικού του Αρχείου όπως τηρείται από το Ταμείο
6) Αντίγραφο του Ατομικού του Αρχείου όπως τηρείται από το διαχειριστή του εμπιστεύματος (trust) εταιρεία Rothschild Trust Guernsey Limited
7) Αντίγραφο των πρακτικών συνεδρίασης της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου κατά την οποία αποφασίσθηκε η χορήγηση της παροχής ύστερα από την απώλεια του πτυχίου του για λόγους υγείας
8) Τα αποτελέσματα της επανεξέτασης του ΠΑΛ για το έτος 2003
9) Αναλυτικά αντίγραφα του Ατομικού του Λογαριασμού
10) Αναλυτική κατάσταση των εισφορών του στο Ταμείο όσο και των συνεισφορών της Ολυμπιακής Αεροπορίας από 04-08-1988 έως και 01-02-2003.
Η Αρχή με το υπ’ αρ. πρωτ. 2805/17-04-2006 έγγραφό της προς το Ταμείο ζητούσε από το τελευταίο ως υπεύθυνο επεξεργασίας με την έννοια του άρθρου 2 εδ. ζ΄ του ν. 2472/1997 να ικανοποιήσει το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων  του Χ σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1, 2 και 4 του ίδιου νόμου και να του χορηγήσει άμεσα και χωρίς καμία καθυστέρηση τα στοιχεία-προσωπικά δεδομένα που ζήτησε. Μάλιστα τόνισε την υποχρέωση του Ταμείου ως υπεύθυνου επεξεργασίας να ικανοποιήσει το δικαίωμά του πρόσβασης ακόμη και όταν χρησιμοποιεί για λογαριασμό του άλλα νομικά πρόσωπα ως εκτελούντα την επεξεργασία (άρθρο 2 εδ. η΄ του ν. 2472/1997, βλ. ακόμη σχετικά άρθρο 10 παρ. 1 και  4 του ίδιου νόμου) με σύμβαση έργου ή εντολής αφού η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του υποκειμένου γίνεται κατ’ εντολή και για λογαριασμό του.  Η εσωτερική σχέση που ρυθμίζει τα της αναθέσεως της επεξεργασίας των δεδομένων μεταξύ του υπευθύνου επεξεργασίας και εκείνου που την εκτελεί καθώς και οι εκατέρωθεν ενδοσυμβατικές υποχρεώσεις δεν περιορίζουν τα δικαιώματα του υποκειμένου έναντι του υπεύθυνου επεξεργασίας στα οποία συμπεριλαμβάνεται και το δικαίωμα πρόσβασης στα προσωπικά δεδομένα που επεξεργάζεται και τηρεί ο εκτελών την επεξεργασία για λογαριασμό και κατ’ εντολή του υπεύθυνου επεξεργασίας. Εκτελούντες την επεξεργασία στην υπό κρίση περίπτωση ήταν ο εμπιστευματούχος (trustee) Rothschild Trust Guernsey Limited καθώς και η εταιρεία αναλογιστικών μελετών Watson Wyatt LLP.
Το Ταμείο υπέβαλε στην Αρχή το υπ’ αρ. πρωτ. 3145/08-05-2006 απαντητικό του υπόμνημα μαζί με σχετικά έγγραφα, ο δε προσφεύγων τα υπ’ αρ. πρωτ. 2615/10-04-2006, 3464/19-05-2006 και 3606/25-05-2006 συμπληρωματικά υπομνήματα μαζί με σχετικά έγγραφα.
Η Αρχή έκρινε ότι το δικαίωμα πρόσβασης του προσφεύγοντος δεν είχε τότε ικανοποιηθεί και γι' αυτό κάλεσε το Ταμείο σε ακρόαση για τη συνεδρίαση της 09-11-2006 οπότε η υπόθεση μετά από αίτημα του Ταμείου αναβλήθηκε για την 23-11-2006. Ακολούθως και προκειμένου να δοθούν στον προσφεύγοντα τα στοιχεία-προσωπικά δεδομένα που ζητούσε και τα οποία φυλάσσονταν τόσο από την εμπιστευματούχο όσο και από την αναλογιστική εταιρεία στο εξωτερικό όπου οι τελευταίες είχαν την έδρα τους και λειτουργούσαν (νήσος Guernsey και Ηνωμένο Βασίλειο αντίστοιχα) δόθηκαν αναβολές τόσο την 23-11-2006 όσο και την 14-12-2006. Η υπόθεση συζητήθηκε την 18-01-2007, ως εκπρόσωποι του Ταμείου παρέστησαν ο πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου, ιπτάμενος χειριστής Υ μαζί με την πληρεξούσια δικηγόρο του Ταμείου Ιωάννα Γιαννικοπούλου, παρέστη και ο προσφεύγων Χ. 
Στο μεταξύ των αναβολών διάστημα το Ταμείο είχε καταθέσει τα υπ’ αρ. πρωτ. 7793/17-11-2006, 8603/14-12-2006 και 364/18-01-2007 συμπληρωματικά υπομνήματα μαζί με σχετικά έγγραφα μετά την κατάθεση του συνόλου των οποίων θεώρησε ότι είχε ικανοποιήσει το δικαίωμα πρόσβασης του Χ στα προσωπικά του δεδομένα που είχε στη διάθεσή του ως υπεύθυνος επεξεργασίας τόσο το ίδιο όσο και οι εκτελούντες την επεξεργασία.
Τέλος ο προσφεύγων υπέβαλε τα υπ’ αρ. πρωτ. 8742/20-12-2006 και 319/17-01-2007 συμπληρωματικά υπομνήματα με σχετικά έγγραφα.
Η Αρχή αφού έλαβε υπόψη τα πρακτικά των συνεδριάσεων της 09-11-2006, 23-11-2006, 14-11-2006 και αφού μελέτησε όλα τα έγγραφα του φακέλλου μετά από διεξοδική συζήτηση
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
      Α.
      Η Αρχή έχει αρμοδιότητα να κρίνει την υπόθεση παρά την ύπαρξη της απόφασης 8760/16-11-2005 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων του προσφεύγοντος Χ για επίδειξη των υπ’ αρ. 1,2,3,4, 7 και 8 εγγράφων γιατί όπως έχει δεχθεί (βλ. μεταξύ άλλων και την 57/2004 Απόφασή της) η διάταξη του άρθρου 12 του ν. 2472/1997  είναι ευρύτερη του δικαιώματος για επίδειξη εγγράφου τόσο των άρθρων 450 και 451 ΚΠολΔ όσο και του άρθρου 902 ΑΚ δοθέντος ότι θεωρείται δεδομένο το έννομο συμφέρον του υποκειμένου να λαμβάνει γνώση των πληροφοριών που το αφορούν. Ακόμη και η τελεσίδικη απόρριψη αιτήματος για επίδειξη εγγράφου δεν αποκλείει την ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης βάσει του άρθρου 12 του ν. 2472/1997.
      Αντιθέτως, η Αρχή δεν έχει αρμοδιότητα να κρίνει την ουσιαστικού δικαίου διαφορά μεταξύ του προσφεύγοντος και του Ταμείου επί της οποίας μάλιστα ο πρώτος έχει καταθέσει την από 28-07-2003 αγωγή ενώπιον του Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Εργατικών Διαφορών) με αίτημα να του καταβληθεί συμπληρωματική παροχή ύψους 194.978 δολλαρίων ΗΠΑ πλέον των ήδη καταβληθέντων 243.890 δολλαρίων ΗΠΑ. Επί της διαφοράς αυτής αρμόδια να αποφανθούν είναι προδήλως τα πολιτικά δικαστήρια.
      Β.
      Ειδικότερα: στον προσφεύγοντα έχουν δοθεί τα υπ’ 5, 6, 7 και 9 αιτούμενα έγγραφα, πράγμα που συνομολογεί και ο ίδιος. Ειδικότερα παρέλαβε αντίγραφα του Ατομικού του Αρχείου όπως τηρείται από το Ταμείο και όπως τηρείται  από τον Εμπιστευματούχο, όπως επίσης αντίγραφο των πρακτικών συνεδρίασης της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου κατά την οποία αποφασίσθηκε η χορήγηση της προβλεπόμενης από το Καταστατικό παροχής ύστερα από την απώλεια του πτυχίου του. Ακόμη του δόθηκαν αντίγραφα των αναφορών του Ατομικού του Λογαριασμού.
      Το δικαίωμα πρόσβασης στα υπ’ αρ. 10 στοιχεία επίσης ικανοποιήθηκε γιατί ουσιαστικά τα αιτούμενα δεδομένα συμπεριλαμβάνονται στα υπ’ αρ. 6 έγγραφα που όπως προείπαμε δόθηκαν (Ατομικό Αρχείο που τηρεί ο Εμπιστευματούχος). Τα παραπάνω στοιχεία χορηγήθηκαν στο μέτρο που υπάρχουν, δηλαδή από το 1998 και μετά οπότε ξεκίνησε η ηλεκτρονική αποθήκευσή τους, ενώ στο προγενέστερο διάστημα τα αιτούμενα στοιχεία αναγράφονταν αναλυτικά στα φύλλα μισθοδοσίας που λάμβαναν τα μέλη του Ταμείου από την εργοδότρια Ολυμπιακή Αεροπορία αντίγραφα των οποίων ωστόσο δεν τηρούνταν από το ίδιο το Ταμείο.
      Επιπροσθέτως προέκυψε ότι η αναλογιστική εταιρεία Watson Wyatt δεν τηρεί Ατομικό Αρχείο του προσφεύγοντος.
      Περαιτέρω τα υπ’ αρ. 8 αιτούμενα αποτελέσματα της επανεξέτασης του Πλήρους Ατομικού Λογαριασμού (ΠΑΛ) για το έτος 2003 αποτυπώνονται στο από 3 Μαρτίου 2004 έγγραφο της αναλογιστικής εταιρείας Watson Wyatt (FOAPE 160/F10/02-03-2004) αντίγραφο του οποίου δόθηκε στον προσφεύγοντα και κατατέθηκε στην Αρχή. Επισυνάφθηκε μάλιστα και αντίγραφο ηλεκτρονικού μηνύματος της 17-01-2007 του Εμπιστευματούχου προς τη δικηγόρο του Ταμείου με ανάλυση σε μηνιαία βάση της επενδυτικής απόδοσης των κεφαλαίων του Ταμείου για κάθε ένα από τα έτη 1998 έως 2002 προκειμένου το έγγραφο με τα αποτελέσματα επανεξέτασης του ΠΑΛ να είναι πλήρες. Για την εγκυρότητα και ορθότητα των αποτελεσμάτων επανεξέτασης του ΠΑΛ για το έτος 2003 η Αρχή δεν έχει αρμοδιότητα να αποφανθεί. Το Ταμείο δεσμεύθηκε προς την Αρχή, μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία επανεξέτασης του ΠΑΛ, αμέσως και χωρίς καθυστέρηση να ενημερώσει τον προσφεύγοντα και να του χορηγήσει τα σχετικά έγγραφα.
      Στο σημείο αυτό ας σημειωθεί ότι η βάση υπολογισμού της αξίας του ΠΑΛ δεν συνιστά προσωπικό δεδομένο γιατί πρόκειται για στοιχείο που καθορίζεται ενιαία για όλους τους ασφαλισμένους-μέλη που ανήκουν σε μία συγκεκριμένη κατηγορία, π.χ. κλάση Ε όπως ο προσφεύγων, χωρίς περαιτέρω εξατομίκευση.
      Γ.
      Όσον αφορά την πρόσβαση του προσφεύγοντος στις αναλογιστικές μελέτες που αιτείται προέκυψαν τα ακόλουθα:
      Η αναλογιστική μελέτη της εταιρείας Watson Wyatt του Σεπτεμβρίου 1998 εκπονήθηκε το Σεπτέμβρη του 1998 αλλά αναφέρεται στην οικονομική θέση του Ταμείου την 01-09-1997 όπως δηλώνει το Ταμείο και η αναλογιστική εταιρεία. Αφορά τη βιωσιμότητα του Ταμείου και είναι η τελευταία αναλογιστική μελέτη που εκπονήθηκε πριν την τροποποίηση του Καταστατικού του Ταμείου που μετέτρεψε το σύστημα παροχών του από σύστημα καθορισμένων παροχών (defined benefit) σε σύστημα καθορισμένων εισφορών (defined contribution). Αντίγραφο της εν λόγω μελέτης υποβλήθηκε στην Αρχή και δόθηκε στον προσφεύγοντα.
      Έκτοτε δεν προκύπτει ότι εκπονήθηκε άλλη αναλογιστική μελέτη για τη βιωσιμότητα του Ταμείου.
      Μετά τη «μεριδοποίηση» η αναλογιστική εταιρεία υπέβαλε στο Ταμείο το από 08-09-1998 έγγραφο (FOAPE 462/F10/09-09-1998) με θέμα «FOAPE-New Benefit Design/Fund Apportionment» σχετικά με τη διαμόρφωση του Πλήρους Ατομικού Λογαριασμού (ΠΑΛ) των μελών για το έτος 1999. Αυτό έγινε γιατί από 01-01-1999 το σύστημα παροχών του ταμείου όπως προαναφέρθηκε μετατράπηκε από σύστημα καθορισμένων παροχών σε σύστημα καθορισμένων εισφορών. Υποβλήθηκε μάλιστα επιπρόσθετα και αντίγραφο εγγράφου της αναλογιστικής εταιρείας με ημερομηνία 20-01-1999 με θέμα «FOAPE-Fund Apportionment» στο οποίο εμφαίνεται ο υπολογισμός του ανοίγματος του Ατομικού Λογαριασμού (αρχικό υπόλοιπο λογαριασμού) για κάθε νέο μέλος με ημερομηνία 31-12-1998, δηλαδή πριν την εφαρμογή του συστήματος καθορισμένων εισφορών. Τα αναλυτικά στοιχεία της Ατομικής Μερίδας του Χ εμφαίνονται με αριθμό Ψ στην σελίδα ... της συνημμένης κατάστασης με τις Ατομικές Μερίδες.
      Βάσει των παραπάνω η Αρχή κρίνει ότι το δικαίωμα πρόσβασης στα υπ’ αρ. 1 και 2 αιτούμενα έγγραφα έχει ικανοποιηθεί, είναι δε άλλο ζήτημα αν ο προσφεύγων διαφωνεί με το περιεχόμενο όσων εγγράφων του δίδονται. Ακόμη όμως και αν θεωρεί ότι είναι ελλιπή κατά το περιεχόμενό τους και ότι δεν συνιστούν αναλογιστικές μελέτες με την τεχνική έννοια του όρου αλλά απλά πορίσματα, δεν προέκυψε ότι υπάρχουν στην κατοχή του υπεύθυνου επεξεργασίας ή των εκτελούντων την επεξεργασία περισσότερα στοιχεία-προσωπικά δεδομένα που τον αφορούν άμεσα ή έμμεσα τα οποία το Ταμείο σκόπιμα παρακρατεί ή αποκρύπτει.
      Περαιτέρω το Ταμείο υποστηρίζει ότι για τα έτη 1999-2002 δεν εκπονήθηκαν αναλογιστικές μελέτες ακριβώς επειδή υπήρχε πλέον το σύστημα της «μεριδοποίησης» (με άλλα λόγια “ατομικός κουμπαράς” για κάθε ασφαλισμένο) και επειδή η μέση επενδυτική απόδοση για καθένα από τα επίμαχα έτη δεν ήταν μικρότερη του 8%. Επομένως κατά το Ταμείο δεν υφίστατο λόγος για εκπόνηση αναλογιστικών μελετών, που θα το επιβάρυναν άλλωστε οικονομικά.  Ο προσφεύγων δεν απέδειξε ότι όντως και παρά τον ισχυρισμό του ταμείου εκπονήθηκαν οι αιτούμενες αναλογιστικές μελέτες και ότι παρ’ ότι έγιναν, δεν του δίδονται.
      Αν το Ταμείο ορθώς ή όχι αποφάσισε να μην εκπονήσει αναλογιστικές μελέτες για τα έτη 1999-2002 αποτελεί ζήτημα που εκφεύγει της αρμοδιότητας της Αρχής.
      Τέλος το υπ’ αρ. 4 αιτούμενο έγγραφο δόθηκε με την υποβολή του από 23-07-2007 (FOAPE 544/F10/23-07-2003) εγγράφου της αναλογιστικής εταιρείας πέραν του οποίου κατά δήλωση της αναλογιστικής εταιρείας δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο στο αρχείο της.
      Επομένως όλες «οι αναλογιστικές μελέτες» που ζητά ο προσφεύγων του έχουν ήδη δοθεί στη μορφή που έχουν εκπονηθεί και υφίστανται, και οι οποίες με τη μετατροπή του Ταμείου σε πλήρως κεφαλαιοποιητικό με σύστημα καθορισμένων εισφορών δεν είχαν πλέον την παραδοσιακή μορφή αναλογιστικών μελετών με πίνακες ανάπτυξης, μαθηματική ανάλυση της μελέτης κλπ. όπως αντιθέτως συνέβαινε με τις αναλογιστικές μελέτες πριν το 1999 όταν το σύστημα ήταν καθορισμένων παροχών.
      Δ.
      Με βάση τα παραπάνω η Αρχή κρίνει ότι το δικαίωμα πρόσβασης του Χ στο σύνολο των εγγράφων που περιέχουν προσωπικά του δεδομένα και τον αφορούν και τα οποία τηρεί είτε ο ίδιος ο υπεύθυνος επεξεργασίας Ταμείο Παροχών Χειριστών και Ιπταμένων Μηχανικών Ολυμπιακής Αεροπορίας (FOAPE) είτε οι εκτελούντες την επεξεργασία κατ’ εντολή και για λογαριασμό του υπευθύνου, δηλαδή ο εμπιστευματούχος Rothschild Trust Guernsey Limited και η εταιρεία αναλογιστικών μελετών Watson Wyatt LLP, έχει ικανοποιηθεί έστω και αν αυτό έγινε με σημαντική καθυστέρηση.
      Το γεγονός ότι ο προσφεύγων διατηρεί ενστάσεις ως προς το περιεχόμενο των εγγράφων που του δίδονται υπερβαίνει το σκοπό του δικαιώματος πρόσβασης.
      Η καθυστέρηση της ικανοποίησης του δικαιώματος αυτού υπήρξε δικαιολογημένη ενόψει τού ότι  το Ταμείο βρίσκεται υπό εκκαθάριση με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών του της 15-03-2004, δεν διαθέτει δικό του προσωπικό, οι δύο εκτελούντες την επεξεργασία εδρεύουν και λειτουργούν στην αλλοδαπή και ότι από το φθινόπωρο του 2006 το Ταμείο επέδειξε διάθεση συνεργασίας για την ικανοποίηση των δικαιωμάτων του προσφεύγοντος.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Η Αρχή απορρίπτει την προσφυγή του Χ για μη ικανοποίηση του δικαιώματός του πρόσβασης.

            Ο Πρόεδρος                                                    Η Γραμματέας

            Δημήτριος Γουργουράκης                            Γεωργία Παλαιολόγου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου